Η κακοσμία του στόματος είναι ένα πρόβλημα που απασχολεί μεγάλο τμήμα του πληθυσμού λόγω των αρνητικών επιδράσεων και των εντυπώσεων που αφήνει στους άλλους. Οι αιτίες είναι πολλές και η αντιμετώπιση περιλαμβάνει τη βελτίωση της στοματικής υγιεινής και την εξάλειψη του λόγου που δημιουργεί την κακοσμία του στόματος.
Υπολογίζεται ότι το 80-90% των περιπτώσεων κακοσμίας του στόματος ή δύσοσμης εκπνοής έχει άμεση σχέση με αιτίες που υπάρχουν μέσα στη στοματική κοιλότητα και αντιμετωπίζεται από τον οδοντίατρο. Η στοματικής αιτιολογίας κακοσμία μπορεί να οφείλεται σε:
Το σάλιο είναι απαραίτητο για τη σωστή λειτουργία της στοματικής κοιλότητας, καθώς είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της μικροβιακής χλωρίδας σε χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να προστατεύει τόσο το στόμα από ενδεχόμενες μυκητιάσεις, όσο και τα δόντια από τερηδόνες. Παράλληλα παίζει καθοριστικό ρόλο τόσο στη διαδικασία της μάσησης και της κατάποσης όσο και στην πέψη των τροφών. Έτσι καθίσταται αντιληπτό ότι το πρόβλημα της ξηροστομίας μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε όλες αυτές τις λειτουργίες. Η μειωμένη έκκριση σάλιου ευνοεί τον πολλαπλασιασμό βακτηριδίων άρα κατ’επέκταση συντελεί και στην εμφάνιση κακοσμίας. Ορισμένοι παράγοντες που μπορεί να προκαλούν ξηροστομία είναι το κάπνισμα, η λήψη διαφόρων φαρμάκων (π.χ διουρητικά, αντικαταθλιπτικά) καθώς και ορισμένα συστηματικά νοσήματα (π.χ σακχαρώδης διαβήτης). Πέρα από τους παράγοντες που εντοπίζονται εντός της στοματικής κοιλότητας, υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι συμβάλλουν στην εμφάνιση κακοσμίας. Ορισμένοι από αυτούς είναι:
Παράλληλα, νοσήματα που σχετίζονται με το στοματοφάρυγγα, το ρινοφάρυγγα, το αναπνευστικό σύστημα και τις παραρρίνιες κοιλότητες (ιγμορίτιδα, βρογχίτιδα), και το γαστρεντερικό σύστημα (γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση) αποτελούν συνήθως αιτίες εμφάνισης κακοσμίας.
Η λεύκανση δοντιών η οποία πραγματοποιείται στο ιατρείο μπορεί να διαρκέσει από 30΄ έως μία ώρα. Συνήθως χρειάζονται 2 με 3 συνεδρίες. Αυτό βέβαια εξαρτάται πάντα από το χρώμα των δοντιών του ασθενή και από τις απαιτήσεις του για το τελικό αποτέλεσμα. Ανάλογα και με τον αιτιολογικό παράγοντα που δημιούργησε τις δυσχρωμίες η επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος είναι άλλες φορές ευκολότερη και άλλες δυσκολότερη.
Όσο αφορά τη διαδικασία που ακολουθείται, αρχικά τοποθετείται ένα ειδικό τζελ στα ούλα το οποίο λειτουργεί ως προστασία αυτών από το λευκαντικό παράγοντα. Στη συνέχεια τοποθετείται το λευκαντικό υλικό (υπεροξείδιο του υδρογόνου) στα δόντια. Το υλικό μπορεί να ενεργοποιείται είτε μόνο του αυτόματα (χημικώς πολυμεριζόμενο υλικό), είτε να χρειάζεται ενεργοποίηση με θερμότητα ή με ειδικής συχνότητας φως (plasma, led, laser).
Στη συνέχεια με πολύ προσοχή αφαιρείται το λευκαντικό υλικό από τα δόντια και εν συνεχεία αφαιρείται η προστασία των ούλων. Σε ορισμένες περιπτώσεις που ο ασθενής μπορεί να αισθανθεί ευαισθησία ή πόνο, χορηγούμε κάποιο παυσίπονο ενώ παράλληλα τοποθετούμε και ειδικό απευαισθητοποιητικό τζελ στα δόντια.